Tuesday, December 24, 2013

Άγιε Βασίλη, σε ευχαριστώ που μου φέρνεις τέτοιους φίλους!

Το να έχεις υπέροχους, ξεχωριστούς, ανεπανάληπτους, μοναδικούς φίλους σημαίνει το να σου φτιάχνουν την ημέρα από το πρωί, με όποια διάθεση και αν ξυπνάς.

Σημαίνει να τους στέλνεις μήνυμα όταν μιλάνε μεταξύ τους γράφοντας τους: «Κλείστε το, θέλω κι εγώ να μιλήσω» και να το κλείνουν και το τηλέφωνό σου να χτυπάει μήνυμα και κλήση ταυτόχρονα, όλα αυτά στις 8 το πρωί κι ας γίνονται και όλως τυχαίως!

Σημαίνει να ξέρουν ότι στις 24 του Δεκέμβρη σε πιάνει κατάθλιψη, ή να μην το ξέρουν, απλώς να το υποψιάζονται, να το ψυχανεμίζονται και να σου κάνουν κλήση με το skype για να σου τραγουδήσουν τα κάλαντα και να μαζεύονται από πίσω τους και οι συνάδελφοί τους, που δεν τους έχει γνωρίσει ποτέ, να σου τραγουδάνε κι αυτοί. Και μετά από όλα αυτά να μην δέχονται να του μεταφέρεις λεφτά μέσω paypal για τα κάλαντα που σου είπαν.


Σημαίνει να τους ζητάς να σου τραγουδήσουν τα τρίγωνα κάλαντα στη γατίσια γλώσσα και αυτοί να το κάνουν και να σε κάνουν να γελάς:
Μιαρμιαρμιαρ μιαρμιαρμιαρ μιαρ μιαρ μιαρμιαρμιαρ Νιαου!
(τρίγωνα κάλαντα μες τη γειτονιά Χέι!)
Σημαίνει να χτυπάει το κουδούνι στη δουλειά, να τους απαντάς: «δεν σου ανοίγω αν δεν μου πεις τα κάλαντα», να σου απαντάνε: «ναι, αλλά επειδή έχω φέρει ολόκληρη την ορχήστρα του δήμου Αθηνών, θα αργήσουμε να ανέβουμε πάνω γιατί θα ερχόμαστε λίγοι λίγοι», να γελάς, να ανοίγεις και ξαφνικά στην πόρτα του γραφείου σου να εμφανίζεται όντως μια ορχήστρα από νέα παιδιά που αρχίζουν να σου παίζουν παραδοσιακά κάλαντα στολισμένα με πανέμορφες μελωδίες, με φλάουτα, φλογέρες, κλακέτες και μπαγλαμάδες και εσύ να κρύβεσαι πίσω από την πόρτα για να μην αναρωτιούνται τα παιδιά την ώρα που τραγουδάνε: «μα καλά, γιατί κλαίει τώρα αυτή η βλαμμένη;».



Σημαίνει να σου φέρνουν άγιους νικόλες να σου κάνουν παρέα καθισμένοι δίπλα στον υπολογιστή σου όση ώρα εσύ δουλεύεις.




Σημαίνει να τους συναντάς στην Ασκληπιού την ώρα που περπατάς με σκυμμένο το κεφάλι και με το που συναντιούνται τα βλέμματά σας εσύ να αρπάζεις το μπράτσο τους και να πλαντάζεις στο κλάμα, νιώθοντας τεράστια ανακούφιση που βρέθηκαν μπροστά σου και μετά να σε πηγαίνουν για ζεστό καφέ και να σε παρηγορούν χωρίς να ξέρουν για ποιο λόγο σε παρηγορούν. Και μετά να φεύγουν και να ξέρεις ότι δεν θα τους ξαναδείς αλλά να μην μετανοιώνεις με τίποτα πους τους γνώρισες!

Σημαίνει να σε συναντάνε στη Ζωοδόχου Πηγής την ώρα που βγαίνεις για βιβλία να σε κάνουνε group hug, να σε παγιδεύουνε στη μέση και να γυρνάνε γύρω γύρω τραγουδώντας σου τα κάλαντα και φωνάζοντάς σου «Χρόνια Πολλά», χωρίς να τους νοιάζει ο κόσμος που τους κοιτάει!

Είδατε που τελικά υπάρχει Άγιος Βασίλης;

Tuesday, October 15, 2013

Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά

(Μετά το post "Το δέντρο που αγάπησα" (σε ένα νησί), ο άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά).

Από καιρό ήθελα να το αγοράσω. Με "κολλούσε" μόνο το ότι το έβρισκα στην κατηγορία "Παιδικά". Σήμερα, όμως, σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο πέφτοντας, πάνω σε μια (καταπληκτική) έκδοση του '89, των εκδόσεων Gutenberg, δεν αντιστάθηκα άλλο. Άλλωστε από τον τίτλο και μόνο πίστευα ότι μέσα στο βιβλίο θα βρω τον εαυτό μου. "Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά". Ε, τι άλλο ήθελα; Τελικά αντί για τον εαυτό μου βρήκα την φίλη μου τη Μαρία και την θεωρία της. Το διάβασα κι ενθουσιάστηκα. Και για άλλη μια φορά μου θύμισε τόσο μα τόσο το Στάλκερ. Το νησί των επιθυμιών... Το νησί, πού όλοι το έχουμε κάπου χωμένο στον εγκέφαλό μας, κάποιοι το ξέρουν και το αναζητούν, κάποιοι δεν το έχουν πάρει καν χαμπάρι, κάποιοι το αγνοούν και το καταπιέζουν and so the story goes...

Και δεν έχω τίποτε άλλο να διηγηθώ γι' αυτό το βιβλίο πέρα από το να παραθέσω 2 αποσπάσματα ώστε να αναρωτηθείτε κι εσείς μαζί μου τι διάολο πήγε στραβά και αυτό το βιβλίο ανήκει στην κατηγορία "Παιδικά-Νεανικά".




«Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά. Σε νησί είχε γεννηθεί κι αυτός, αλλά το δικό του δεν του άρεσε. Ήταν πολύ μεγάλο: πολυκοσμία, συνωστισμός. Φασαρία. Ήθελε, λοιπόν, ένα νησί καταδικό του. Όταν λέμε καταδικό του, δεν εννοούμε ότι ήθελε να είναι ολομόναχος στο νησί του, αλλά πώς να το κάνουμε, ήθελε το νησί να του ανήκει, να είναι ο δικός του κόσμος.
Όταν ένα νησί είναι πολύ μεγάλο, τι να το κάνεις; Τι διαφέρει, ας πούμε, από μια ήπειρο; Για να νιώθεις ότι είναι νησί, πρέπει αυτό να είναι πολύ-πολύ μικρό.
[…]
Παράξενο! Απ’ το μικρό νησί περνούσες ξαφνικά στις σκοτεινές εκτάσεις του χρόνου, εκεί που σε πολιορκούν και σε τρομάζουν όλες οι φευγάτες, αέρινες ψυχές του παρελθόντος. Και τότε το γήινο νησί σου μικραίνει και ζαρώνει, χάνεται, κι εσύ, χωρίς να ξέρεις πώς, έχεις φύγει απ’ αυτό κι έχεις πετάξει στο μεγάλο, το βαθύ κι απέραντο μυστήριο του χρόνου, όπου το παρελθόν του κόσμου, ζωντανό, γίνεται ένα με το μέλλον.
Πρέπει, όμως, να πούμε ότι αυτοί οι κίνδυνοι παραμονεύουν τον κάθε «νησιώτη». Όταν είσαι στην πόλη και φοράς τις γκέτες σου και φυλάγεσαι απ’ τα τροχοφόρα, με το φόβο του θανάτου στη ραχοκοκαλιά σου, τότε δεν κινδυνεύεις απ’ τον τρόμο της αιωνιότητας. Η στιγμή είναι το νησάκι σου στο χρόνο, είναι το σύμπαν που σε περιβάλλει.
Αλλά, μόλις απομονωθείς σ’ ένα μικρό νησί μέσα στη θάλασσα του χώρου, μόλις η στιγμή αρχίσει να κινείται και ν’ απλώνεται ολόγυρά σου, τότε η γη ανοίγει κατ’ απ’ τα πόδια σου, και η γλιστερή, γυμνή ψυχή σου βρίσκεται ξάφνου σ’ έναν άχρονο κόσμο, όπου τ’ άρματα των –ας το πούμε έτσι- πεθαμένων, των νεκρών, έρχονται κατά πάνω σου απ’ όλες τις διόδους των αιώνων και οι ψυχές συνωστίζονται στα μονοπάτια αυτού που ονομάζουμε «παρελθόν». Οι ψυχές ξαναζωντανεύουν και πάλλονται γύρω σου. Βρίσκεσαι, τότε, στην άλλη αιωνιότητα.
[...]
...τα δέντρα ύψωναν το ανάστημά τους. Είχαν πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, όπως οι άνθρωποι...»

Υ.Γ. Ελπιδάκο για χατίρι σου το ανέβασα στις Σταχυολογήσεις, επειδή μου έκανες παράπονα! :P
Υ.Γ. Η νουβέλα "Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα νησιά" ανήκει στη συλλογή "Η αξιαγάπητη Κυρία" του Ντ. Χ. Λόρενς.

Thursday, September 12, 2013

Το δέντρο που αγάπησα

Το δέντρο-σύμβολο των φετινών διακοπών. Τα δύο δέντρα που η σύνθεσή τους τα ταυτίζει στο βλέμμα και στη σκέψη σου και θεωρείς ότι είναι ένα. Σαν δύο ερωτευμένα σώματα που δυσκολεύεσαι να ξεχωρίσεις το ένα από το άλλο. Το δέντρο,  λοιπόν, που μοιάζει σαν κορνίζα μέσα από την οποία βλέπεις το Αιγαίο. Στην άκρη του γκρεμού σαν να πήγαινε να αυτοκτονήσει και τελευταία στιγμή άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να κοκαλώσει εκεί.

Δέντρο-σύμβολο γιατί μόλις το αντικρίζαμε καταλαβαίναμε ότι ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ είχαμε βρει το σωστό μονοπάτι για το «σπίτι» μας και δεν μπορείτε να φανταστείτε την αγαλλίαση που μας πλημμύριζε, δέντρο-σύμβολο γιατί μέχρι εκεί έπρεπε να σκαρφαλώσεις, να σουρθείς, να περπατήσεις, να τρέξεις (ανάλογο ρήμα με την ψυχολογική διάθεση κάθε φορά) για να πιάσει σήμα το κινητό σου και να επικοινωνήσεις με τον έξω κόσμο. Δέντρο-σύμβολο γιατί στις ρίζες του μπορούσες να αράξεις και να αγναντεύεις πέρα με τις ώρες. Δέντρο-σύμβολο γιατί από μόνο του στα μάτια μου φάνταζε σαν ένα έργο τέχνης. Δέντρο-σύμβολο γιατί από τις πρώτες κιόλας φορές είχαμε φτάσει να το αποκαλούμε: «το δέντρο μας». «Το δέντρο μας» αναφωνούσαμε κάθε φορά που το βλέπαμε λες και των άλλων τα μάτια δεν το έβλεπαν, παρά μόνο τα δικά μας. Δέντρο-σύμβολο γιατί αυτό και μόνο στέκει αιτία και αφορμή για να επιστρέψεις και να ξαναεπιστρέψεις σε αυτό τον τόπο…
Νομίζω ότι πρώτη φορά στη ζωή μου αγαπώ τόσο πολύ ένα δέντρο.

"...πήγαινε σπίτι σου, λοιπόν, και παρακάλα να κάνει ο κεραυνός πως δεν τα είδε.."


Monday, May 20, 2013

Ο Λουδοβίκος των Ανωγείων και οι ιστορίες του DCV




"Γνώρισα" την Πύλη της Άμμου, πριν από δεκατρία χρόνια σ' ένα νησί. Ομολογώ, ότι οι συνθήκες ήταν οι κατάλληλότερες γι' αυτή την γνωριμία. Σε ένα μπαρ που δεν υπάρχει πια, το ουίσκυ έρεε στα ποτήρια και ξαφνικά οι ροκιές που έπαιζε το μαγαζί σταμάτησαν για να παίξει "Ο Ασημένιος άντρας". Η ζέστη του καλοκαιριού, η μυρωδιά και ο αέρας της θάλασσας και αυτή η νοσταλγική διάθεση στην οποία είχαμε βυθιστεί όσοι είχαμε απομείνει στην μπάρα, ανακατεύτηκαν ξαφνικά με τις φωνές του Μάλαμα, του Παπάζογλου και του Λουδοβίκου των Ανωγείων. Εκείνο το βράδυ, το τραγούδι έπαιξε και ξανάπαιξε πολλές φορές. Κλείσαμε τα μάτια και μπήκαμε και εμείς σε αυτό το ζηλευτό dcv ταξιδεύοντας μέχρι τη Θεσσαλονίκη, η οποία σήμαινε διαφορετικά πράγματα για τον καθένα. Όσο γι' αυτή τη "μοναξιά της δόξας" που υμνείται βρίζοντας όλοι την ένιωσσαν κοντά ή μακριά..



Για αρκετό καιρό από τότε ήμουν πεπεισμένη ότι το τραγούδι λέγεται "Ασημένιος άντρας". Άλλωστε τότε δεν έιχα πρόσβαση στο ίντερνετ για να βρω λεπτομέρειες. Από τότε αναζητούσα να ακούσω το τραγούδι, όποτε μου δινόταν η ευκαιρία. Πολλές φορές, εισπράττοντας περίεργα βλέμματα μιας και λίγοι ήταν αυτοί που καταλάβαιναν ποιο είναι το τραγούδι "Ασημένιος άντρας", που πεισματικά ζητούσα. Ως συνέπεια, όσοι καταλάβαιναν μου γίνονταν αυτοστιγμεί συμπαθείς. Είπαμε, τότε δεν έπαιζε το ίντερνετ, να το "κατεβάσω" και να το ακούω μέχρι να το βαρεθώ. Ευτυχώς.

Και φτάνουμε στο 2013 που σύμπτωση στη σύμπτωση και συγκυρία στη συγκυρία γνωρίζω το Λουδοβίκο των Ανωγείων και πλέον μπορώ να θέσω ατράνταχτα επιχειρήματα σε όσους διατείνονται ότι Λουδοβίκος των Ανωγείων σημαίνει σιγοπριόνισμα των φλεβών και συνειδητή πράξη αυτοκτονίας (προφανώς δεν έχουν παραβρεθεί ποτέ σε live) . Γιατί ο Λουδοβίκος των Ανωγείων δεν είναι μόνο τα μοιρολόγια και οι θλιμμένες ιστορίες αλλά και αστείρευτη πηγή χιούμορ που κάθε του λέξη μπορεί να σε κάνει να δακρύζεις από τα γέλια. Πρόκεται για έναν άνθρωπο που η πιο μικρή λεπτομέρεια θα τον κάνει να φτιάξει την πιο όμορφη ιστορία και που βρίσκει τρόπο να δίνει χρώμα στην καθημερινότητά του, μέρος της οποίας αποτελείς και το dcv του.

Φτάνουμε λοιπόν στο 2013 και μαθαίνω ότι το θρυλικό αυτό dcv που από το 2000 μέχρι σήμερα με ταξίδεψε χιλιάδες φορές δεν είναι απλός στίχος αλλά αυτοκίνητο κανονικό με λαμαρίνες και μηχανή, με λεβιέ ταχυτήτων και καντράν. Που μέχρι σήμερα είναι ζωντανό, κινείται με το χαρακτηριστικό του "βρουμ, βρουμ" και χαρίζει ακόμη ιστορίες γέλιου και σουρρεαλισμού. Μπορείτε να φανταστείτε τη χαρά μου;


Το βιντεάκι που ακολουθεί φτιάχτηκε με πολλή αγάπη, γέλιο και διάθεση και είναι η αφορμή για να μυηθείτε και εσείς τόσο στο τραγούδι όσο και στις ιστορίες του dcv, οι οποίες δεν αποτελούν φαντασία αλλά πραγματικότητα... Είναι αφορμή για να μάθουμε να δίνουμε και εμείς χρώμα στην καθημερινότητά μας και αφορμή για μένα να συνειδητοποιήσω ότι ό,τι απομυθοποιείται δεν πεθαίνει απαραιτήτως αλλά μερικές φορές σε κάνει να το εκτιμήσεις ακόμη περισσότερο μαθαίνοντας το πώς η πραγματικότητα μπορεί να γίνει μύθος... Όπως λέει και ο Λουδοβίκος: "ένα dcv με φορτωμένο με αξίες ανθρώπων που γράψαν ιστορία και που σιγά σιγά ένας ένας θα κατεβαίνει. Ήδη έχουν κατέβει δύο".


Απολαύστε το!


Μουσική, στίχοι: Λουδοβίκος των Ανωγείων

Θεσσαλονίκη Αθήνα μέσα στο Ντεσεβώ
ο κόσμος ο δικός μου μέσα στο θόρυβο
στην άσφαλτο λακούβες τρύπες στον ουρανό
και πώς να συμβιβάσω το νου με το κενό.

Συνάντησα το Νιόνιο μ’ αρχαίο φορτηγό
όνειρα να φορτώνει από τον Όλυμπο
του Μπακιρτζή τ’ αμόνι άκουσα να χτυπά
της Νίκης τα σπασμένα να φτιάχνει τα φτερά.

Φυλάει ο Λεωνίδας μα όλοι προσπερνούν
στην πύλη με την άμμο βιάζονται να βρεθούν
είδα τον Γκαϊφύλλια σ’ ατέλειωτη εκδρομή
να τρώει το κασέρι με το ξερό ψωμί.

Το κόκκινο φουλάρι μ’ ένα μπλουτζίν παλιό
να στέκει με την πλάτη στην εθνική οδό
κι ο ασημένιος άνδρας με τη βαριά φωνή
της μοναξιάς τη δόξα βρίζοντας να υμνεί.

Ρασούλης ο ακροβάτης με τη λευκή στολή
έχει στα δυο του χέρια νότο κι ανατολή
φυλάει ο Λεωνίδας μα όλοι προσπερνούν
στην πύλη με την άμμο βιάζονται να βρεθούν.

Υ.Γ. Όσο για τον "Ασημένιο άντρα" που μου σύστησε το τραγούδι, αποδείχτηκε ότι είχε βαμμένα μαλλιά αλλά κάθε εμπόδιο για καλό ή αλλιώς: δε γαμιέται...! =)

Υ.Γ.2: Και οι απαραίτητες ευχαριστίες: Ευχαριστώ το Λουδοβίκο που από τότε που έμαθε την αδυναμία μου για το τραγούδι δεν μου το αρνείται, το Μανόλη που χωρίς αυτόν δεν θα είχε υλοποιηθεί ποτέ αυτό το βίντεο, τη Μαρία που χωρίς αυτή όλες οι στιγμές των τελευταίων χρόνων θα είχαν άλλη γεύση και τη Ρόνυ που χωρίς αυτήν δεν θα είχα γνωρίσει όλους τους παραπάνω ή σχεδόν όλους τους παραπανω, τέλος πάντων!!

Friday, May 3, 2013

Μονόλογος






(το κείμενο το οποίο ακολουθεί εμπνεύστηκε από τις παραπάνω φωτογραφίες...Οπότε μην τις αγνοήσετε...)

Μου κάνει μεγάλη εντύπωση που μετά από τόσα χρόνια θυμάμαι ακόμη πώς είναι το ανθρώπινο άγγιγμα. Εκείνο όμως το χέρι που με είχε ακουμπήσει εδώ πάνω ήταν τόσο ξεχωριστό που δεν νομίζω όποιον άγγιξε να μπόρεσε να το ξεχάσει ποτέ...: χέρι άγριο από την χειρωνακτική εργασία αλλά και τρυφερό ταυτόχρονα. Χέρι μεγάλο που χανόσουν στην χούφτα του αλλά με άγγιγμα αβέβαιο σα μικρού παιδιού. Χέρι σκληρό σαν του χωρικού αλλά και ευαίσθητο σαν του καλλιτέχνη. Αυτό άλλωστε το ίδιο χέρι είχε φτιάξει και την ζωγραφιά πάνω από το γείσο του τζακιού…

Στην αρχή δεν ένιωθα τόση μοναξιά παρόλο που γύρω μου επικρατούσε το απόλυτο σκοτάδι. Υπήρχαν και άλλα σκεύη γύρω μου. Αργότερα άρχισαν να γκρεμίζονται όλα. Το πιο τρομακτικό ήταν οι άγνωστοι θόρυβοι έξω από το ντουλάπι. Και δεν μιλάω για τους γνώριμους: τις αστραπές, τις βροντές ή τον αέρα. Αυτούς τους ήχους τους ήξερα καλά. Τους είχα αφουγκραστεί και έξω από το ντουλάπι ανάμεσα στα δάκτυλα εκείνου του χεριού. Μιλάω για τους άλλους τους άγνωστους. Αυτούς που έμοιαζαν σαν το σπίτι να γκρεμιζότανε. Πότε περίεργα χρατς σα να ραγίζει το ταβάνι και να ανοίγει στα δύο και πότε γκντουπ σαν να γκρεμιζόταν το σπίτι. Ώσπου το πορτάκι του ντουλαπιού, η πόρτα της φυλακής μου, έπεσε και έτσι το σπίτι πέθανε μπροστά στα μάτια μου...

Τώρα, τόσα χρόνια μετά, νιώθω σα βασιλιάς στο θρόνο του. Παντεπόπτης. Και είναι ώρες ώρες που σκέπτομαι ότι άδικα κατηγορώ εκείνο το χέρι ότι με εγκατέλειψε. Τελικά, μου χάρισε την ελευθερία μου. Γιατί από δω πάνω βλέπω κάθε μέρα τα φυτά να μεγαλώνουν, να μεταλλάσσονται, τα πουλιά που πετάνε και νιώθω τις αλλαγές του καιρού στο γυαλί μου. Και σκέπτομαι, ακόμη, ότι ίσως ο λόγος που έχω μείνει τόσα χρόνια, ακλόνητο, εδώ είναι η τόση αγάπη με την οποία με απόθεσε στο ξύλινο ράφι την τελευταία φορά που με ακούμπησε.

Thursday, March 21, 2013

Όταν έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με όλη την παραδοσιακή μουσική μας είναι σαν να χορεύει μπρος στα μάτια σου μια γυναίκα από τις Χίλιες και μία νύχτες





Η ιστορία της μουσικής.. Με πόσο ωραία παρομοίωση την παρουσιάζει ο Κούντερα κι ας μιλάει για τη μουσική της Βοημίας και της Μοραβίας...



"Όταν έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με όλη την παραδοσιακή μουσική μας είναι σαν να χορεύει μπρος στα μάτια σου μια γυναίκα από τις Χίλιες και μία νύχτες και να πετάει από πάνω της τα πέπλα, το ένα μετά το άλλο.

Κοίτα! Το πρώτο πέπλο. Είναι από τραχύ ύφασμα, κι έχει πάνω του απλοϊκά σχέδια. Είναι τα νεότερα τραγούδια των πενήντα-εβδομήντα τελευταίων ετών. Μας ήρθαν απ’ τη Δύση, από τη Βοημία. Τα μαθαίναν οι δάσκαλοι στα παιδιά του σχολείου. Τα πιο πολλά είναι σε μείζονα, αλλά κάπως πιο προσαρμοσμένα στους δικούς μας ρυθμούς.
Να όμως το δεύτερο πέπλο. Πιο πλούσιο σε χρώματα. Είναι τραγούδια ουγγρικής καταγωγής. Συνόδευαν την εξάπλωση της γλώσσας των Μαγυάρων. Τα διέδωσαν τα τσιγγάνικα συγκροτήματα τον 19ο αιώνα. Τσάρντες με τον χαραχτηριστικό, συγκοπρόμενο ρυθμό τους.

Όταν πετάξει η χορεύτρια και αυτό το πέπλο,  βλέπουμε το επόμενο. Τα τραγούδια των αυτοχθόνων Σλάβων, 18ος και 19ος αιώνας.

Αλλά το τέταρτο πέπλο είναι ακόμα πιο ωραίο. Τραγούδια που φτάνουν στον 14ο αιώνα. Την εποχή εκείνη κατέβαιναν στα μέρη μας Βλάχοι από τις ανατολικές και τις νότιες πλαγιές των Καρπαθίων. Βοσκοί. Τα ποιμενικά και κλέφτικα τραγούδια τους δεν ξέρουν από συμφωνίες και αρμονίες. Ακολουθούν μια καθαρά μελωδική γραμμή. Αρχαϊκές τονικότητες που καθορίζονται από τα όργανα, σύριγγα και φλογέρα.



Μόλις πέσει πια και αυτό το πέπλο, δεν υπάρχει άλλο από κάτω. Η γυναίκα χορεύει ολόγυμνη. Αυτά είναι τα πιο παλιά τραγούδια. Που γεννήθηκαν τα αρχαία παγανιστικά χρόνια. Βασίζονται στο παλαιότερο σύστημα της μουσικής σκέψης. Στο σύστημα με τις τέσσερις νότες, το τετράχορδο. Τραγούδια για την κοπή του χόρτου. Τραγούδια για το θερισμό. Τραγούδια δεμένα με τις τελετές του πατριαρχικού χωριού.



Το παραδοσιακό τραγούδι ή παραδοσιακή τελετουργία είναι ένα τούνελ κάτω από την Ιστορία που μέσα του διασώθηκαν πολλά από όσα κατέστρεφαν επάνω χρόνια ολόκληρα οι πόλεμοι, οι επαναστάσεις και η εξέλιξη. Ένα τούνελ μέσα από το οποίο βλέπω πίσω μακριά. Βλέπω τον Ρόστισλαβ και τον Σβατοπλουκ, τους πρώτους Μοραβούς ηγεμόνες. Βλέπω τον παλιό σλαβικό κόσμο.
"

Μίλαν Κούντερα, Το αστείο, εκδ. βιβλιοπωλείον της Εστίας

Monday, March 11, 2013

Κρεμασμένα λόγια





Όταν οι κρεμάστρες μείνανε άδειες και μοναχές στην ντουλάπα, στην αρχή κοίταξαν η μία την άλλη υποτιμητικά και δεν έβγαλαν μιλιά.

Οι μέρες όμως περνούσαν και μια και τα ρούχα που τις βάραιναν μέχρι τότε έλειπαν άρχισαν να νιώθουν την παγωνιά. Και σε αυτές τις περιπτώσεις τα λόγια πάντα ζεσταίνουν την ατμόσφαιρα.

- Με ζέσταινε εκείνο το σακάκι, είπε η μία, κι ας μου έπεφτε λίγο φαρδύ στους ώμους.

- Εγώ είχα γυμνή την πλάτη αλλά φορούσα πάντα ένα παντελόνι απάντησε η άλλη.

- Τώρα απομείναμε γυμνούτσικες, σαν τους πρωτόπλαστους.

- Ναι, αλλά μέσα σε αυτή την ντουλάπα δεν έχει μπει ποτέ φρούτο. Δεν έχουμε ελπίδα να βρούμε ποτέ ένα μήλο.

- Κρίμα, θα 'θελα να ζήσω λίγο την κόλαση. Δεν αντέχω ούτε την απόλυτη ηρεμία του παραδείσου ούτε την αθανασία. Είναι σα να πλέεις αενάως σε μία γαληνεμένη θάλασσα. Ώρες-ώρες σου λείπει το κύμα, η φουρτούνα.

- Αυτό που μας άρπαξε ήταν χέρι ή φίδι;
πρόλαβε να φωνάξει η μία πριν ακουστεί ο γδούπος της προσγείωσής τους στον πάτο ενός άδειου χαρτόκουτου.

Saturday, January 26, 2013

...κι ο νους καράβι σάλπαρε κι άλλο δεν περιμένει...


Αν έχει τύχει να σπάσεις κάποιο μέλος του σώματός σου, ένα χέρι ή ένα πόδι για παράδειγμα, την ώρα του σπασίματος αισθάνεσαι το οστό να μετακινείται. Η αίσθηση αυτή σε συνδυασμό με τον πόνο, σίγουρα δεν είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα. Υπάρχει και το αντίθετο όμως. Πόσες φορές έχεις αισθανθεί ένα κομμάτι της ψυχής σου να μετακινείται και να μπαίνει στη σωστή του θέση; Σίγουρα όχι πολλές, σίγουρα όχι συχνά. Ο πρώτος είναι ένας πόνος που απεύχεσαι. Ο δεύτερος είναι ένας «πόνος» που θα πρέπει να τον εύχεσαι. Και μπορείς να τον προκαλέσεις, μόνος στον εαυτό σου, τα Σαββατόβραδα στο eliart ( για να σας προλάβω: σκέφτομαι σοβαρά αυτό το blog να μετονομαστεί σε: «σταχυολογήσεις encardia»).

Το Σάββατο το βράδυ, λοιπόν, μπορείς να πας στο
eliart (Κωνστνατνινουπόλες 127). Θα πληρώσεις ένα εξαιρετικά φτηνό εισιτήριο για live (10€, συμπεριλαμβάνεται κρασί ή μπύρα), θα μπεις σε ένα θέατρο και θα παρακολουθήσεις μια παράσταση εντελώς διαφορετική από τις θεατρικές παραστάσεις αλλά και από αυτές των κλασικών μουσικών σκηνών. Οι άνθρωποι του eliart θα είναι περισσότερο εξυπηρετικοί απ’ όσο πρέπει. Θα σου έχουν κρατήσει τη θέση σου και θα σου φέρουν το ποτό σου εκεί. Και όταν οι encardia ξεκινήσουν θα βυθιστείς σε ένα εξαγνιστικό πρόγραμμα. Αυτός δεν είναι άλλωστε και ο σκοπός της ταραντέλας; Χωρίς μικρόφωνα. Μόνο με τα όργανα, τις φωνές τους και όλα όσα έχουν να δώσουν, τα οποία σε κάθε εμφάνιση είναι σαν να πολλαπλασιάζονται. Όσο για το κοινό; Αν έχεις βρεθεί σε άλλες λαϊκές αγορές (ονόματα δε λέμε, οικογένειες δε θίγουμε) θα θες να τους αγκαλιάσεις όλους και να τους φιλήσεις. Τα υπόλοιπα δεν θα τα πω. Τα ‘χω, άλλωστε, πει σε προηγούμενα ποστ. Ούτως ή άλλως αν δεν το ζήσετε δεν θα καταλάβετε. Θα σας δώσω μόνο μια γεύση…









Υ.Γ.-tip: Να ζητήσετε το MHterra. Αν το ζητήσετε θα σας το πουν. Και αν σας το πουν τότε θ' ακούσετε όλη την ιστορία της ταραντέλας γραμμένη σ' ένα ποιήμα. Και θα ταξιδέψετε στους αγρούς της Κάτω Ιταλίας και σε συναισθήματα που για πολλούς από μας είναι άγνωστα πλέον. 

Στίχοι: Άννα Θεοδωρίδου
Μουσική: Βαγγέλης Παπαγεωργίου